Αθλητικοί “οικοδεσπότες” με το ζόρι;
Αυτές τις ημέρες
παρακολουθούμε όλοι τους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου που
διεξάγεται στη Βραζιλία. Στην Ελλάδα, όμως, όπως και σε πολλές άλλες χώρες
υπάρχουν έντονες αντιδράσεις για τη διοργάνωση και κυρίως τα οικονομικά
συμφέροντα που βρίσκονται πίσω από αυτήν, ενώ ο ντόπιος πληθυσμός υποφέρει από
τη φτώχεια...
Με μόλις $12100 κατά
κεφαλήν ΑΕΠ, το 21,4% των κατοίκων να ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας και τις
φαβέλες να “βράζουν”, θα μπορούσαμε να πούμε πως η διοργάνωση του Παγκοσμίου
Κυπέλλου ποδοσφαίρου, αλλά και των Ολυμπιακών Αγώνων του 2016 μόνο σημαντική
προτεραιότητα δεν θα έπρεπε να είναι για τη Βραζιλία! Κι όμως, η χώρα αυτή
επέλεξε να διοργανώσει δυο σημαντικές, αλλά δαπανηρές παγκόσμιες αθλητικές
εκδηλώσεις μέσα σε δυο χρόνια, όταν άλλες χώρες αρνούνται να διοργανώσουν
μικρότερης εμβέλειας εκδηλώσεις για πολλούς λόγους.
Παρά την εισαγωγή αυτή, σκοπός
του άρθρου δεν είναι να “κριτικάρει” τις διοργανώσεις της Βραζιλίας, αλλά να
αναλύσει ένα σύγχρονο φαινόμενο που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στον
αθλητικό χώρο και δεν είναι άλλο από την αποφυγή ανάληψης αθλητικών
διοργανώσεων! Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του
2022 που βρίσκονται στον αέρα μέχρι στιγμής. Μόλις τέσσερις πόλεις έχουν
υποβάλλει φάκελο ενδιαφέροντος: το Αλμάτι (Καζακστάν), το Πεκίνο (Κίνα), το
Λβιβ (Ουκρανία) και το Όσλο (Νορβηγία). Για προφανείς λόγους, το Λβιβ τίθεται
ουσιαστικά εκτός κούρσας λόγω των συγκρούσεων στην Ουκρανία. Το Πεκίνο
διοργάνωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2008 και δύσκολα θα του δοθεί και αυτή η
διοργάνωση, ενώ στο Όσλο υπάρχουν ήδη αντιδράσεις των πολιτών απέναντι στην
υποψηφιότητα ανάληψης των Αγώνων.
Γιατί, όμως, τα κράτη και
οι πολίτες να μην θέλουν να αναλάβουν τη διοργάνωση τέτοιων γεγονότων; Πρώτος
και σημαντικότερος λόγος είναι τα πενιχρά οικονομικά οφέλη. Τα έργα υποδομής
που απαιτούνται για αυτές τις διοργανώσεις είναι πολλά και δαπανηρά. Σίγουρα τα
έσοδα από εισιτήρια και χορηγούς δεν αρκούν για να επιτευχθεί κερδοφορία, κι
έτσι θα κληθούν οι φορολογούμενοι να τα χρηματοδοτήσουν! Η υπέρβαση του κόστους
αποτελεί πλέον κανόνα σε κάθε διοργάνωση. Το Μόντρεαλ, για παράδειγμα, πλήρωνε
το χρέος των Αγώνων του 1976 ($1,5 δις) μέχρι και 30 χρόνια μετά τη διοργάνωσή τους,
οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες στο Σότσι κόστισαν $50 δις, ενώ και οι Έλληνες έχουν
αντίστοιχες εμπειρίες για τα χρέη της Ολυμπιάδας του 2004...
Δεύτερος σημαντικός λόγος,
ο οποίος συνδέεται άμεσα με το οικονομικό κόστος, είναι η διαχείριση των
εγκαταστάσεων μετά το τέλος της διοργάνωσης! Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι
αθλητικές εγκαταστάσεις εγκαταλείπονται ή κατεδαφίζονται χωρίς να προσφέρουν
πλέον υπηρεσίες στους πολίτες που χρηματοδότησαν την κατασκευή τους. Πόσες
άραγε ολυμπιακές εγκαταστάσεις αξιοποιήθηκαν στην Αθήνα μετά το 2004 και πόσες εγκαταλείφθηκαν
στη μοίρα τους; Πόσα από τα υπερπολυτελή ποδοσφαιρικά στάδια χρειάζονται
πραγματικά η Βραζιλία και η Νότια Αφρική;
Ένας τρίτος λόγος, αλλά
όχι ασήμαντος, είναι η διαφθορά που συνοδεύει αυτές τις διοργανώσεις! Πρόσφατα
ήρθε στη δημοσιότητα σκάνδαλο που αφορά την ανάθεση του Παγκοσμίου Κυπέλλου
ποδοσφαίρου του 2022 στο Κατάρ. Αντίστοιχες κατηγορίες έχουν διατυπωθεί και για
άλλες διοργανώσεις, κάνοντας ουσιαστικά λόγο για (οικονομικές) συμφωνίες κάτω
από το τραπέζι με σκοπό να γίνει η ανάθεση σε συγκεκριμένη πόλη ή κράτος...
Μπορούμε να ισχυριστούμε
πως οι ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης δεν θέλουν πλέον την διοργάνωση παγκόσμιων αθλητικών
γεγονότων και κυρίως των Ολυμπιακών Αγώνων! Αυτό, σε συνδυασμό με το άνοιγμα σε
νέες αγορές που επιχειρούν οι παγκόσμιες ομοσπονδίες, έχει οδηγήσει στο να
ανατίθενται οι διοργανώσεις σε κράτη χωρίς εμπειρία ή ιστορία στον αθλητισμό.
Κράτη που, όμως, χάρη στην οικονομική τους δύναμη (που οφείλεται κυρίως στο
πετρέλαιο) πληρώνουν αδρά για να καταφέρουν να διοργανώσουν ένα Παγκόσμιο
Κύπελλο.
Από την άλλη, έχουμε και
κράτη που πατώντας πάνω στο φθηνό εργατικό τους δυναμικό κατασκευάζουν άχρηστες
(μελλοντικά) αθλητικές υποδομές, αγνοώντας το κόστος και υποβαθμίζοντας την
αξία του ντόπιου πληθυσμού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η Κίνα, η
Νότια Αφρική και η Βραζιλία. Σαφώς, όμως, δεν πρέπει να τρέφουμε και αυταπάτες
πως τα χρήματα που δαπανήθηκαν για αυτές τις αθλητικές εγκαταστάσεις θα
πήγαιναν σε δαπάνες για την παιδεία και την υγεία αν δεν αναλάμβαναν τις διοργανώσεις...
Δυστυχώς, η απροθυμία
εύρωστων (όσο μπορούν να χαρακτηριστούν ακόμα έτσι) κρατών να αναλάβουν τη
διοργάνωση αγώνων έχει οδηγήσει και σε τραγελαφικές καταστάσεις. Οι Μεσογειακοί Αγώνες του 2013 είναι μια από αυτές. Αρχικά, ο Βόλος και η Λάρισα είχαν
επιλεγεί να τους διοργανώσουν, αλλά τελικά λόγω της μη σχολαστικής τήρησης του
χρονοδιαγράμματος και της ματαίωσης υποβληθέντων έργων οι Αγώνες αφαιρέθηκαν
από την Ελλάδα και ανατέθηκαν (καθυστερημένα) στη Μερσίνη της Τουρκίας! Επίσης,
πριν από μερικές ημέρες αφαιρέθηκε από την Ουκρανία η διοργάνωση του Ευρωμπάσκετ
2015, λόγω της εμπόλεμης κατάστασης και της καθυστέρησης στα έργα υποδομής.
Ανατέθηκε, όμως, άμεσα στην Ουκρανία η διοργάνωση του Ευρωμπάσκετ 2017...
Στα χρόνια της οικονομικής
κρίσης, η λάμψη των παγκόσμιων αθλητικών διοργανώσεων αρχίζει να ξεθωριάζει,
τουλάχιστον όσον αφορά την ανάληψη της διοργάνωσής τους. Η απροθυμία των
πολιτών (και εν τέλει των κρατών) απέναντι σε αυτές τις διοργανώσεις είναι
έκδηλη και έχει στέρεα επιχειρήματα από εμπειρίες του παρελθόντος! Στις χώρες
πάντως που οι αποφάσεις δεν παίρνονται και τόσο “αμεσοδημοκρατικά” βλέπουμε πως
το ενδιαφέρον παραμένει αμείωτο, ίσως και ενισχυμένο. Δυστυχώς, οι παράλογες
απαιτήσεις των παγκόσμιων ομοσπονδιών και των χορηγών έχουν αλλοιώσει σε μεγάλο
βαθμό το πνεύμα των Αγώνων και πλέον μόνο τα “πετροδόλαρα” μπορούν να τις ικανοποιήσουν...